Η μυθιστορηματική βιογραφία του Χασάν Αϊνάκη
Ιστορικά πρόσωπα, γνώριμες τοποθεσίες, ήθη και έθιμα μιας άλλης εποχής αλλά και το δράμα των Τουρκοκρητικών προσφύγων που εγκατέλειψαν βίαια το νησί στο πλαίσιο της ανταλλαγής των πληθυσμών, περνάνε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου “Τα παιδιά του πολέμου” του Τούρκου συγγραφέα Αχμέτ Γιορουλμάζ.
Πρόκειται για μια μυθιστορηματική βιογραφία του Τουρκοκρητικού Χασάν Αϊνάκη, που μετέφρασε από τα τουρκικά η Χανιώτισσα Στέλλα Καντεράκη, με τη φιλοδοξία να φωτιστούν πτυχές της τοπικής ιστορίας οι οποίες με δραματικό τρόπο βρίσκονται ξανά στην επικαιρότητα μέσα από σύγχρονα προσφυγικά ρεύματα.
Τα “Χ.ν.” συνομίλησαν με τη Στέλλα Καντεράκη για τις μεταφραστικές προκλήσεις που αντιμετώπισε, το άρωμα Χανίων που αποπνέει το βιβλίο αλλά και το πανανθρώπινο δράμα της προσφυγιάς.
• Πώς προκύπτει ο τίτλος «Τα παιδιά του πολέμου»; Σε τι αναφέρεται η ιστορία;
Η επιλογή αυτού του τίτλου από τον συγγραφέα Αχμέτ Γιορουλμάζ δεν έγινε τυχαία, γιατί αφορά στην περίοδο από το 1867 μέχρι τον Φεβρουάριο του 1924. Ακόμη και αν κάποιος από εμάς γνωρίζει στοιχειωδώς τα γεγονότα, είναι προφανές ότι πρόκειται για μιαν εποχή έντονων ιστορικών σεισμικών δονήσεων, με αναβρασμούς, ανταρσίες, βία και αίμα, είτε πρόκειται για τα Χανιά, την Κρήτη και τον Ελευθέριο Βενιζέλο, είτε πρόκειται για ολόκληρη την Ελλάδα, τα Βαλκάνια και την Ευρώπη. Και βέβαια, έχει να κάνει και με τις σημαντικότατες εξελίξεις στην πάλαι ποτέ κραταιά Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία σε περίοδο παρακμής πλέον, με την εμφάνιση του Μουσταφά Κεμάλ Πασά γνωρίζει την Ανάσταση, σύμφωνα με τον όρο που χρησιμοποιεί ο Jean – Paul Roux, καθηγητής Τουρκολογίας στη Γαλλία. Ας μου επιτραπεί να χρησιμοποιήσω κι έναν πιο ακραίο τρόπο έκφρασης, γράφοντας πως ο πόλεμος μπορεί να κυοφορείται ή να συντηρείται έμμεσα, χωρίς υλική βία, αλλά με μια βία άλλου είδους, υπό μορφήν ρητρών εξαναγκασμού σε μια Συνθήκη ανάμεσα σε Κράτη και Κυβερνήσεις και με τη διαμεσολάβηση και τη χειραγώγηση λαών, από πλευράς των εκάστοτε Μεγάλων Δυνάμεων. Η άλλη, αναπάντεχη πηγή του τίτλου αναφέρεται στο όνομα μιας ταβέρνας που υπήρχε στα Χανιά εκείνα τα χρόνια, στην οποία και σύχναζαν περισσότερο οι Τουρκοκρητικοί, που συνήθως, την ονόμαζαν “η ταβέρνα του Νουρί”, το πραγματικό όνομα όμως ήταν “Τα Παιδιά του Πολέμου”.
• Η ιστορία βασίζεται σε αληθινά περιστατικά;
Tο βιβλίο είναι η περιγραφή της ζωής και των συναισθημάτων του Τουρκοκρητικού Χασάν Αινάκη, ο οποίος γεννήθηκε στο νομό Χανίων, εδώ μεγάλωσε, εδώ έμαθε γράμματα, εδώ δούλεψε, ενηλικιώθηκε και αγάπησε πρόσωπα, ζώντας αρχικά στη φτώχεια τα όνειρα ενός παιδιού, μέσα στην ομορφιά της κρητικής φύσης, τα πρώτα σκιρτήματα της νιότης, την αλληλεγγύη ανάμεσα σε Τούρκους κι Ελληνες, χριστιανούς και μουσουλμάνους, ειδικά ανάμεσα σε αυτόν κι έναν Ελληνα που αποτέλεσε το σημαντικότερο πρόσωπο της ζωής του, κατά τη γνώμη μου. Αλλά και ανταγωνισμούς, δολοπλοκίες, επιθέσεις, βιασμούς, ανταρτοπόλεμο και έρωτες, κυρίως τον τελευταίο, μεγάλο έρωτα στα Χανιά, βουλευτικές εκλογές, θρησκευτικά κι εκπαιδευτικά ζητήματα, το στρατόπεδο αιχμαλώτων στην πρωτεύουσα, τις ειδήσεις και τις γνώμες για τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Κεμάλ. Το βιβλίο βασίζεται σε αληθινά περιστατικά και ιστορικά γεγονότα, με κυριότερο απ’ όλα τον σπαραγμό και το δράμα του πρόσφυγα – μετανάστη που φεύγει ολομόναχος πια, αφήνοντας την ψυχή του πίσω στο νησί, βιώνοντας έναν ζωντανό θάνατο, τον δικό του. Ας φανταστεί ο καθένας από εμάς, τον εαυτό του στη θέση του. Έχει άραγε σημασία που ήταν Τούρκος; Αυτό, κανένα βιβλίο, καμία έρευνα, καμία Συνθήκη, κανένας εκπαιδευτικός Οργανισμός, κανένας Τουρκολόγος και καμία Αρχή δεν θα μπορέσουν ποτέ να το προσεγγίσουν σε βάθος, γιατί είναι ό,τι πιο Ανθρώπινο, μία απέραντη τραγωδία και μια πληγή που δεν επουλώνεται με τίποτα. Αυτό, το ζούμε ξανά πρόσφατα, με την προσφυγιά στο Αιγαίο, τους Σύριους και τους Κούρδους. Κι όχι μόνον. Να ευχηθούμε να μην το ζήσουν τα παιδιά μας κι ελπίζω να διατηρήσουμε την ανθρωπιά και την αλληλεγγύη μας, όντας υπέρ της ειρήνης και τη φιλίας των λαών.
• Στο εξώφυλλο της τουρκικής έκδοσης απεικονίζεται η Σπλάντζια. Τα Χανιά έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ιστορία;
«Η πλατεία της Σπλάντζιας είναι η μεγάλη πλατεία των Χανίων…». Ετσι αρχίζει ένα άλλο κεφάλαιο του βιβλίου που μου θύμισε κινηματογραφική ταινία, φαντασμαγορικό σκηνικό θεάτρου και με βύθισε στη ζωή αλλοτινών καιρών. Αυτά είναι τα Χανιά του βιβλίου, ένας τόπος βαθιά μέσα στον χρόνο και στην καρδιά ενός ανθρώπου, ανάμεσα σε παραμύθι και πραγματικότητα, στη ζωή και στον θάνατο. Τα Χανιά μαζί με παλιές κρητικές μαντινάδες, στιχουργήματα κι άλλες εκπλήξεις που βίωσα, διαβάζοντας και μεταφράζοντας την τουρκική γλώσσα. Από την αρχή μέχρι το τέλος, το κάθε πρόσωπο, η κάθε τοποθεσία, τα σοκάκια των Χανίων οι συνοικίες, τα χωριά, το λιμάνι και η θάλασσα, οι γιορτές, τα φαγητά, τα πένθη, τα ήθη και τα έθιμα, είναι “Χανιά” και “Κρήτη”. Τα Χανιά λοιπόν, το Συντριβάνι, τα Βενέτικα Στενά, η Σπλάντζια, το Κουμ – Καπί, τα Ταμπιά, το Βαρούσι, η Κίσσαμος και το Καστέλι, το Καλάμι, η Κάνδανος, η Παλαιόχωρα, τα Φλώρια, η Σούδα, αναβοσβήνουν και πηγαινοέρχονται ως λέξεις και τοποθεσίες μέσα στο βιβλίο σαν τα φώτα του καραβιού που φεύγει για το Αϊβαλί. Αν λάβουμε επίσης υπ’ όψιν τα ονόματα των Τουρκοκρητικών που γεννήθηκαν κι έζησαν εδώ και κυρίως ονόματα προγόνων από τις δικές μας οικογένειες, που είναι κάμποσα μέσα στο βιβλίο, με τα επαγγέλματά τους, τη νοοτροπία τους, τις κινήσεις, τις ιδέες τους στην πολιτική και τους σκοπούς τους, όπως αυτά απεικονίζονται στο διήγημα και στα συναισθήματα του Χασάν, ο κεντρικός τόπος είναι η πόλη. Φυσικά, υπήρξαν και οι μετακινήσεις εκτός, πάντοτε όμως μέσα στο νομό Χανίων όπως τα νοσταλγεί και γράφει γι’ αυτά ο Χασάν χρόνια μετά, στα απομνημονεύματά του, στο Αϊβαλί, κοιτάζοντας προς την Κρήτη λίγο καιρό πριν πεθάνει με τον καημό εκείνου που δεν επέστρεψε ποτέ στα Χανιά του και στην Κρήτη του, στην αγαπημένη του πατρίδα. Αυτό λοιπόν το βιβλίο είναι τα Χανιά στην κυριολεξία, είτε ο νομός, είτε η πρωτεύουσα, μέσα από την καθημερινή ζωή, την ιστορία, τις ανθρώπινες σχέσεις και το συναίσθημα.
Πώς έφτασε το συγκεκριμένο βιβλίο στα χέρια σου και πώς αποφάσισες να το μεταφράσεις;
Το 1998, οι αείμνηστοι Γιάννης Χατζηδάκης, ο δήμαρχός μας στον Βάμο Αποκορώνου και ο Στέφανος Χλωράκης, γραμματέας του Συνασπισμού της Αριστεράς της οποίας ήμουν μέλος, λόγω της ενασχόλησής μου με την πολιτική και ιδιαίτερα με το προσφυγικό – μεταναστευτικό ζήτημα και των σπουδών και της πρακτικής μου στην τουρκική γλώσσα, μου παρέδωσαν αμέσως από ένα έγγραφο εξουσιοδότησης συμμετοχής μου σε μια ιδιαίτερη εκδήλωση: επρόκειτο για την εκδήλωση αδελφοποίησης ανάμεσα στην Μίλατο Λασιθίου και το Ακ Γενί Κιοϊ, η οποία κατέληξε στην υπογραφή του Πρωτοκόλλου Φιλίας και Συνεργασίας από τον πρόεδρο της Κοινότητας Μιλάτου, κ. Γεώργιο Σφυράκη και τον Δήμαρχο του Ακ Γενί Κιοϊ, κ. Γιλμάζ Εζ, στις 31 Ιουλίου 1998. Αργότερα, ο κύριος Οζγκάλ, δημοσιογράφος, μου έστειλε μεταξύ άλλων, το βιβλίο.
Φέτος το καλοκαίρι, λόγω των ολοένα και συχνότερων επαφών μου με Τούρκους επισκέπτες, αποφάσισα να ασχοληθώ εντατικά και οριστικά πια με την Τουρκική γλώσσα και την Τουρκολογία και μετέφρασα το βιβλίο κατά τις ώρες εργασίας μου στο μαγαζί, μετά από 21 χρόνια!
• Υπάρχουν ακόμα απόγονοι Τουρκοκρητικών που αναζητούν ίχνη από τους προγόνους τους στην Κρήτη και τα Χανιά. Εχεις έρθει σε επικοινωνία με κάποιους από αυτούς;
Πριν από μερικά χρόνια, όταν άρχισαν να έρχονται Τούρκοι επισκέπτες στον Βάμο, μου είπε κάποιος κύριος από την γείτονα χώρα: «Ο παππούς της οικογένειας του πατέρα μου ήθελε να έρθει στην Κρήτη, να ξαναδεί τον τόπο που γεννήθηκε και μεγάλωσε. Είχε μάλιστα το όνειρο να μαζέψει χώμα από τα Χανιά και να το μεταφέρει στο σπίτι του. Δε μπόρεσε όμως ποτέ να ξαναγυρίσει εδώ κάτω και φέτος αποφάσισα να έρθω εγώ, να μαζέψω λίγο χώμα από τα μέρη σας, για τον τάφο του παππού και την ψυχή του». Φέτος επίσης, στο μαγαζί που δουλεύω, γνώρισα δύο γυναίκες από τη Μικρά Ασία. Η μία μου είπε ότι έψαξε τις ρίζες της κι είναι από το Ρέθυμνο. Το όνομά της είναι Μπαχάρ Λαχουριδάκη. Η άλλη, η Φατμά, μου είπε πως θα το ψάξει, γιατί πιστεύει ότι οι ρίζες της είναι από τα Χανιά. Το επίθετό της το παρουσίασε ως Καβρού – Καστανά. Μάλιστα, όταν αποχαιρετήσαμε η μία την άλλη, έκλαιγε με λυγμούς κι έλεγε πως δεν ήθελε να φύγει από την Κρήτη, γιατί τα πάντα της θύμιζαν τη γιαγιά της, κι όσα της είχε περιγράψει στις αναμνήσεις της από εδώ που έζησε. Ανθρώπινες στιγμές, χωρίς έχθρα και μίσος, ανάμεσα σε τρεις εντελώς διαφορετικές γυναίκες, ανάμεσα σε δυο πατρίδες τόσο κοντά και τόσο χώρια…
• Το γεγονός ότι πρόκειται για ένα βιβλίο που αναφέρεται στα Χανιά, το καθιστά ιδιαίτερα ενδιαφέρον για την τοπική κοινωνία. Έχεις έρθει σε επικοινωνία με τοπικούς φορείς ή εκδότες ώστε να κυκλοφορήσει κάποια στιγμή;
Είναι αυτονόητο πως όταν κάνεις μία εργασία δίνοντας τον καλύτερό σου εαυτό, όταν ενδιαφέρεσαι πραγματικά για τη γλώσσα που μεταφράζεις και το αντικείμενο της μετάφρασης είναι ένα βιβλίο με ποιότητα και απέραντη ανθρωπιά από την πρώτη μέχρι και την τελευταία σελίδα, διακατέχεσαι και από μία δόση φιλοδοξίας να βγει η εργασία σου και το βιβλίο προς τα έξω.
Αυτή η φιλοδοξία γίνεται μεγαλύτερη όταν ανακαλύπτεις στοιχεία κάθε είδους που αφορούν στον τόπο σου, ιστορικά, πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά, λαογραφικά, κ.ά. Μακάρι να μπορούσα να σας μεταδώσω την έκπληξη και τη συγκίνηση που αισθάνθηκα και την επιθυμία να επιστρέψει ο βίος του Χασάν ως μνήμη πια, επάνω από τα Χανιά και το νομό μας ολόκληρο, εδώ όπου γεννήθηκε και υπάρχουν οι τάφοι των προγόνων του. Παρά το γεγονός ότι υπήρξαν γνώμες από ανθρώπους των γραμμάτων που έφταναν στο σημείο της πρόβλεψης απόρριψης του βιβλίου και της πτώσης του στο κενό, ευελπιστώ ότι πέρα από τις όποιες οικονομικές δυσκολίες και την πιθανότητα μη έκδοσης, θα εκδοθεί το βιβλίο και θα παραδοθεί στον τόπο και στον λαό που ανήκει: στα Χανιά και στους Χανιώτες.
Εξάλλου, ο τόπος μας δεν είναι μόνον ένας τουριστικός προορισμός, είναι τόπος πολιτισμού, πνεύματος και ιστορίας και οι διάφοροι φορείς του είναι άνθρωποι με μόρφωση και ανοιχτό μυαλό. Εκτός από την επικοινωνία μου με το τουρκικό Προξενείο και τον κύριο Σινάν, στον Εκδοτικό Οίκο του βιβλίου στην Κωνσταντινούπολη, εδώ στα Χανιά, τις επόμενες ημέρες, θα παραδώσω το έργο τον Διευθυντή του Ιδρύματος “Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος”, κ. Νικόλαο Παπαδάκη. Επίσης έχει γίνει αναφορά στον Δήμο Χανίων και στον υπεύθυνο σε θέματα πολιτισμού κ. Γιάννη Γιαννακάκη. Ευχαριστώ μέσω της εφημερίδας τον κ. Μιχάλη Ανδριανάκη αρχαιολόγο, για τις συμβουλές του, τον κ. Ευθύμιο Λεκάκη για τις πληροφορίες από τα ιστορικά του αρχεία και τέλος οφείλω ένα θερμό “ευχαριστώ” στα “Χανιώτικα νέα” για τη στήριξή τους, με μία μαντινάδα προς τιμήν του τόπου μας από το βιβλίο, διά στόματος του Χασάν: Στη θάλασσα άχερο πετώ και γέρνει και βουλιάζει / μα το μολύβι αλλωνώ, φτερώνει να πετάξει!
(Εδώ, φυσικά, το μολύβι είναι το βλήμα πυροβόλου
όπλου).
ΠΗΓΗ ΧΑΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου