Αποτελεί διακηρυγμένη πρόθεση του Πεκίνου και της Μόσχας, η αλλαγή του παγκόσμιου μονοπολικού μοντέλου με ένα αντίστοιχο πολυπολικό, το οποίο θα διασφαλίζει μεγαλύτερη ισότητα μεταξύ των κρατών και λιγότερες εξαρτήσεις.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, η μόνιμη ένταση στην Ταϊβάν και οι πολλαπλές αναταραχές στις χώρες της περιφέρειας, δείχνουν ότι κάποιες διαδικασίες έχουν ξεκινήσει.
Αν και η Κίνα με τη Ρωσία πρωταγωνιστούν σε αυτές τις εξελίξεις, ο τρόπος που διαμορφώνουν και χρησιμοποιούν την ήπια ισχύ τους, είναι διαφορετικός.
Η ΚΙΝΕΖΙΚΗ ΗΠΙΑ ΙΣΧΥΣ
Από το 2007 περίπου, υπό την ηγεσία του τότε Προέδρου Χου Τζιντάο, η Κίνα άρχισε να ενσωματώνει την ήπια ισχύ στην εξωτερική της πολιτική μέσω της ενίσχυσης του πολιτισμού. Έγιναν τεράστιες επενδύσεις στη διπλωματία, συμπεριλαμβανομένης της παγκόσμιας επέκτασης των κρατικών μέσων ενημέρωσης και των πολιτιστικών και γλωσσικών κέντρων γνωστών ως Ινστιτούτα Κομφούκιου σε 162 χώρες. Η ήπια ισχύς στην Κίνα θεωρείται ως ένα πρόσθετο εργαλείο για την άνοδο της χώρας, ειδικά από οικονομική άποψη. Αυτό συμβαίνει επίσης επειδή πιστεύεται ότι για να ανταγωνιστεί πραγματικά τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα χρειάζεται περισσότερη αναγνώριση και περισσότερη επιρροή στην παγκόσμια κοινή γνώμη.
Η κινεζική ήπια δύναμη εστιάζει περισσότερο σε πρακτικά ζητήματα, συνδυάζοντας κουλτούρα και οικονομία, αλλά δίνει μεγαλύτερη έμφαση στον πραγματισμό ─παρά στις αξίες που θέλουν να εξάγουν οι ΗΠΑ και οι οποίες είναι δυτικές αξίες που δεν είναι εύκολο να εξαχθούν σε τρίτες χώρες─ και αυτό είναι ξεκάθαρο στην
οικονομική διείσδυση μέσω της κατασκευής υποδομών στο εξωτερικό. Αυτή η προσέγγιση, ήταν κατά κάποιο τρόπο επιτυχής στην Αφρική.
Ωστόσο, σε αυτές τις χώρες, ένα μεγάλο μέρος της ελκυστικότητας των Ηνωμένων Πολιτειών εξαρτάται από τη στρατιωτική τους ικανότητα και την οικονομική ισχύ. Είναι κάτι που το Πεκίνο δεν μπορεί να αντιμετωπίσει εύκολα. Η στρατηγική ήπιας ισχύος της Κίνας περιλαμβάνει την προώθηση της εθνικής κουλτούρας, αλλά προωθεί επίσης το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης της Κίνας, τις ικανότητες διακυβέρνησής της, τις τεχνολογικές της προόδους και τις συνεχώς αυξανόμενες στρατιωτικές της ικανότητες. Ουσιαστικά, οτιδήποτε θα μπορούσε να βελτιώσει την εικόνα της Κίνας θεωρείται στοιχείο ήπιας δύναμης. Στην ουσία, η Κίνα θέλει να αντιμετωπίσει την ήπια ισχύ των ΗΠΑ διά της σύγκρισης της αποτελεσματικότητας διακυβέρνησης των δύο μοντέλων.
Η Κίνα επιδιώκει επίσης να ενισχύσει την εικόνα της ως παγκόσμιας δύναμης συμπαράστασης μέσω της εκπαίδευσης, προσφέροντας σε αξιωματούχους στις χώρες του Νότου του κόσμου εκπαιδευτικά προγράμματα για ταχεία ανάπτυξη, ειδικά όταν πρόκειται για την εξάλειψη της φτώχειας, και προσφέροντας υποτροφίες. Πρόκειται για ένα μοντέλο ανάλογο με αυτό που χρησιμοποίησαν οι ΗΠΑ στην Ευρώπη, τα πρώτα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Για τον λόγο αυτό, η εικόνα μιας αυταρχικής, επιθετικής και ανελεύθερης χώρας, που προσπαθεί να προωθήσει η Δύση για την Κίνα δεν έχει μεγάλη σημασία στην Αφρική, όπου προς το παρόν υπάρχει μια μάλλον ευρεία συναίνεση ως προς την οικονομική και πολιτική επιρροή της Κίνας στην ήπειρο. Αλλού, όπως σε ορισμένα μέρη της Ασίας, όπου η κινεζική ισχύς δημιουργεί περισσότερους φόβους ή στη Λατινική Αμερική, αυτό δεν συμβαίνει προτιμώντας μια στάση αναμονής απέναντι στην πολιτική των ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι το δίλημμα που προωθεί η Ουάσιγκτον ─δημοκρατίες εναντίον αυταρχικών καθεστώτων─, ή με την ενσωμάτωση και της τεχνολογικής συνιστώσας ─τεχνοδημοκρατίες εναντίον τεχνοαπολυταρχιών─, έχει πραγματική υποστήριξη από έναν μικρό αριθμό χωρών.
Αυτή η αδυναμία έγινε κατανοητή από την Ουάσιγκτον, η οποία υιοθέτησε μια εναλλακτική πρωτοβουλία στον πραγματισμό της κινεζικής ήπιας ισχύος μέσα από την οικονομική πρωτοβουλία B3W (Build Back a Better World), ως αντίβαρο στην πρωτοβουλία BRI του Πεκίνου.
Η ΡΩΣΙΚΗ ΗΠΙΑ ΙΣΧΥΣ
Η ρωσική ήπια ισχύς είναι σαφώς πιο περιορισμένη ως προς το εύρος της. Η Μόσχα έχει δείξει ότι προτιμά άλλες μεθόδους επιρροής, αναμφισβήτητα πιο ρεαλιστικές, που κινούνται κυρίως, στο χώρο της πολιτικής.
Παρά τη γέννηση, το 2007, του Russkiy Mir, ενός ιδρύματος που στοχεύει στην προώθηση της ρωσικής γλώσσας και κουλτούρας στον κόσμο, τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν ήταν φτωχά σε σύγκριση με εκείνα του Πεκίνου. Το Κρεμλίνο βασίζεται επίσης σε πολλά πολιτιστικά κέντρα και σε συνδέσμους ρωσικής φιλίας που γεννήθηκαν μέσω συνεργασιών με τοπικούς φορείς ή προσωπικότητες.
Με την έλευση της πανδημίας υπήρξαν αποτελέσματα άξια προσοχής, όπως η προσπάθεια διάδοσης του ρωσικού εμβολίου, που στην πλειονότητα των περιπτώσεων μπλόκαραν οι αρμόδιοι εθνικοί και υπερεθνικοί φορείς ελέγχου της Δύσης.
Η Μόσχα, όπως και το Πεκίνο, προσπαθεί να ενεργοποιήσει κανάλια οικονομικής και εμπορικής διείσδυσης: οι μοχλοί που έχει στη διάθεσή της αφορούν, για παράδειγμα, την τεχνολογία πυρηνικής ενέργειας, αλλά κυρίως την πολεμική της βιομηχανία. Στην πραγματικότητα, τα διάφορα συμβόλαια που υπέγραψε η Μόσχα σε αναπτυσσόμενες χώρες (συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας) για την πώληση όπλων, τα οποία χρησιμοποιεί η Ρωσία για να δείξει το τεχνολογικό της επίπεδο και να εξάγει το πολιτιστικό της μοντέλο, δεν ανταγωνίζονται την πολεμική βιομηχανία της Κίνας, η οποία θεωρείται ότι δεν έχει φτάσει ακόμα σε υψηλό επίπεδο ωριμότητας.
Το Κρεμλίνο, πολλές φορές αντί για ήπια ισχύ, εξακολουθεί να προτιμά μια προσέγγιση σοβιετικού τύπου, στηριζόμενο στο ευρύ φάσμα των «ενεργών
μέτρων» που χρησιμοποιούνται για την απόκτηση πολιτικής επιρροής στο εξωτερικό. Ειδικότερα, στην εποχή του διαδικτύου και των κοινωνικών δικτύων, η Ρωσία έχει αποκτήσει μια ιδιαίτερη ικανότητα να διαδίδει την άποψή της χάρη στα κρατικά και ημικρατικά μέσα ενημέρωσης που λειτουργούσαν με υποκαταστήματα, σχεδόν σε κάθε χώρα. Η Ρωσία διαθέτει διευρυμένες ικανότητες διεξαγωγής υβριδικών πολέμων και χρησιμοποιεί εύκολα όλη την γκάμα των εργαλείων τους.
Ακόμα κι αν κοιτάξουμε τον κινηματογράφο, παρά το γεγονός ότι η Μόσχα έχει τη δική της υψηλού επιπέδου κινηματογραφική παραγωγή για τουλάχιστον μια δεκαετία, παραμένει σχεδόν πάντα εσωτερικά προσανατολισμένος, σε αντίθεση με τον κινεζικό, που συχνά κινείται σε συνεργασίες με δυτικούς παραγωγούς.
Ως εκ τούτου, η Ρωσία και η Κίνα έχουν μια βαθιά διαφορετική αντίληψη για την ήπια δύναμη, τόσο πολύ που μπορεί να ειπωθεί ότι η Μόσχα δεν τη χρησιμοποιεί σχεδόν καθόλου. Η Ρωσία κινείται σε κάποια από τα πρότυπα της ΕΣΣΔ, περιλαμβανομένης της χρήσης της σκληρής ισχύος. Μια χώρα που διαθέτει 7.000 πυρηνικές κεφαλές, περιλαμβανομένων 2.000 τακτικών πυρηνικών όπλων, αλλά είναι μια χώρα με σχετικά μικρό πληθυσμό και τεράστια εδαφική επικράτεια, πρέπει να προβάλλει συστηματικά τη σκληρή ισχύ της για να περιλαμβάνεται στις Μεγάλες Δυνάμεις. Για αυτό, σε αντίθεση με το Πεκίνο, δεν έχει την ίδια ελκυστικότητα προς τις τρίτες χώρες.
Προς το παρόν, η ήπια και η σκληρή ισχύς της Ρωσίας και της Κίνας φαίνεται να λειτουργούν συμπληρωματικά μεταξύ τους. Η Ρωσία έχει την εικόνα ενός φορέα σκληρής ισχύος, ενώ η Κίνα την εικόνα ενός φορέα οικονομικής και ήπιας ισχύος.
Το ζητούμενο είναι πως αυτή η συμπληρωματικότητα θα λειτουργήσει μέσα στη πορεία ανέλιξης ενός πολυπολικού κόσμου που υποστηρίζουν και οι δύο.
Πηγή https://www.geoeurope.org/2022/07/18/i-ipia-isxys-se-enan-polypoliko-kosmo/
***To geoeurope είναι ένας ιστότοπος που δημιουργήθηκε από επιστήμονες και ειδικούς που έχουν ασχοληθεί με τη γεωπολιτική της Ευρώπης και έχουν διαπιστώσει συγκεκριμένα κενά στη ροή των πληροφοριών που διαμορφώνουν τις γεωπολιτικές συζητήσεις στην ήπειρό μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου